Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

Το καθάριο βλέμμα της φύσης



Μικρό πουλί τριανταφυλλί
δεμένο με κλωστίτσα
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ήλιο πεταρίζει

Κι αν το τηράξεις μια φορά
θα σου χαμογελάσει
κι αν το τηράξεις δυο και τρεις
θ' αρχίσεις το τραγούδι. (Το κυκλάμινο-Γ.Ρίτσος)


Μια βόλτα αρκεί για να σε αναζωογονήσει!Πού;;Σε ένα από τα λίγα πάρκα που έχουν απομείνει σε αυτήν τη μουντή πόλη(πάρκο Αντώνη Τρίτση)! Ήταν ένα ανοιξιάτικο απόγευμα όταν επισκέφτηκες αυτό το πάρκο με σκοπό να αθληθείς σε ένα σχετικά υγιές περιβάλλον!Αν και το επισκέφτεσαι συχνα πυκνά αυτή η μέρα ήταν αποκαλυπτική!Και το μυαλό απ'τη δική του πλευρά σαν φωτογραφικός φακός τα συγκράτησε όλα!
Άνθρωποι κάθε είδους ηλικίας ήταν εκεί! Νέοι, παρέες ηλικιωμένων, παιδάκια με τους γονείς τους, άνθρωποι με ειδικές ανάγκες με τους συνοδούς τους, σκυλάκια με το αφεντικό τους! Άλλοι περπατούσαν σκεφτικοί, άλλοι αθλούνταν είτε κάνοντας ποδηλατοβόλτα είτε τρέχοντας, κάποιοι κάθονταν σε παγκάκια διαβάζοντας, υπήρχαν και αυτοί που έπαιρναν το κολατσιό τους στο γρασίδι κουβεντιάζοντας! Όσο για τα παιδάκια αλάλαζαν παίζοντας χαρούμενα!

Και σε όλους τούτους διέκρινες κάτι κοινό!Ικανοποίηση η οποία κατέληγε σε χαρά, αποτυπωμένη στα πρόσωπα τους!Ικανοποίηση αντλημένη από τα χίλια δυο όμορφα πράγματα που απαρτίζουν τη φύση!Τα δέντρα που θροίζουν, οι λοφίσκοι που αγναντεύουν τις λίμνες, τα πουλάκια που κελαηδούν τον υπέροχο σκοπό τους, οι πάπιες που τσαλαβουτούν πειράζοντας η μια την άλλη, το καθρέφτισμα των φύλλων στα νερά, ο βόμβος των μελισσών καθώς αρπάζουν τη γύρη, το χώμα που μυρίζει καλοκαίρι!

Ξάφνου όμως στο πρόσωπο του μικρού παιδιού που κοιτούσε τις πάπιες δε διέκρινες μόνο χαρά, διέκρινες και κάτι παραπάνω στο βλέμμα του!Την Αιώνια Αλήθεια που λησμονούμε οι υπόλοιποι μεγαλώνοντας!Το καθάριο βλέμμα προς τη φύση, το βλέμμα που δε διακόπτεται από σκέψεις, το βλέμμα που φέρει τη φύση μέσα του!!!Η πλήρης ταύτιση του ανθρώπου με τη φύση! Γέννημα, θρέμμα της φύσης ο άνθρωπος!

Είχανε κλείσει ένα σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου άπ' το προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά όπως πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.
Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών χωρίς να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους. Κι ήτανε σαν αγάλματα μικρά της ερημιάς και της γαλήνης.

Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.

Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα.

Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.

Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα. Μά, ευτυχώς, οι μεγάλοι που ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν. Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.

Για αυτά τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι.
(Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού-Γ.Ρίτσος)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου